Γύρισα, το λοιπόν, απο τις "διακοπές" του Πάσχα στο μαλακαντρικέικο, για να βρω αυτόν τον μαλακαντρίκο:
Ωχ!ήρθατεεε? |
Ωωω, δεν σας περίμενα! |
Που ήμουν όμως κι έλειπα? Ναι, ξέρω οτι ΚΑΙΑΙΑΙΓΕΣΤΕ να μάθετε.
Όπως κάθε χρόνο, εκπλήρωσα το τάμα μου κι έκανα Πάσχα στου χουριό. Ένα ανυπότακτο στον πολιτισμό χωριό στην ορεινή Αρκαδία.
Και για του λόγου το αληθές:
Εντάξει, δεν είναι ΑΥΤΟ το χωριό μου, αυτό είναι ένα χωριό δίπλα, αλλά καταλάβατε τώρα εσείς.
Για να αναφερθώ κι στον χαλβά του τίτλου, 3 μέρες γονάτισα τον χαλβά, αλλιώς η νηστεία του ενός 24ώρου δε βγαίνει. Και μου έκανε και η τηλεόραση κλύσμα τους βασιλικούς γάμους, γαμώ την Αγγλία μου. Μεταξύ μας, 3 μέρες έκατσα στο χωριό και δεν την πάλεψα και πολύ χωρίς παρέα.
Γι'αυτό πάμε μανι μανι να σας πω τα αβανταζ γιατί το χω ανάγκη να το υπενθυμίσω στον εαυτό μου!
Ένα μονοπάτι που οδηγεί έξω απ'το χωριό, καταλήγει στο νεκροταφείο, στην άκρη του χωριού. Εκεί τελειώνει και ο τσιμεντόδρομος και ξεκινά Η ΖΟΥΓΛΆ. Εκεί είδα προχθές κι ένα φίδι, τόσα χρόνια στο χωριό, προχθες είδα εγώ.
Το μονοπάτι προς το νεκροταφείο είναι τέρμα πολυσύχναστο, καθώς δεν περνάει κανείς, αν κάνει κανείς να έρθει, τον βλέπεις απο μακριά, και έχει γίνει ανάρπαστο για τα μυξάρικα έφηβα που καβλαντίζουνε (κάποτε ακολούθησα κι εγώ...). Οι πιο ματσό δε, πάνε και με μηχανάκι, το οποίο είναι άκρως απαραίτητο μέσα στο χωριό, όπου όλες οι αποστάσεις είναι 5λεπτου. Τεσπα!
Σε αυτή τη στροφή φάσωσα κι εγώ σε μια στιγμή απελπισιάς τον βαφτιστήρα του πατέρα μου (ΟΥΟΥΟΥ 666, ΟΥΟΥΟΥ 666). Είναι και χωριάταρος, οπότε ελπίζω να μείνει εντελώς μεταξύ μας.
Για τους δε υπόλοιπους κάγκουρες και καγκούρισσες και το νυφοπάζαρο έξω απ'το νεκροταφείο, δεν έχω πολλά να πω, πραγματικά είναι τγε πασέ το θέμα.
Αν τώρα συνεχίσεις στο μονοπάτι προς ΤΗ ΖΟΥΓΚΛΑ, εκτός του οτι θα σε φαν τα φίδια, σχεδόν δεν σε βλέπει φως απο την βλάστηση. Καλα, δεν είναι κι Αμαζόνιος. Που και που όμως, όταν αραιώνουν τα δέντρα, βλέπεις θέα την απέναντι πλαγιά και το ποτάμι στην κοιλάδα. Επίσης μη φανταστείτε κανα υψόμετρο τρελό και καμια χαράδρα απότομη, σαν V είναι οι δυό πλαγιές.
Εκεί έχω ανακαλύψει ένα ξέφωτο, τρομερή καβάτζα, το οποίο μισοκρύβεται απ τα δέντρα, κι έχει μες στη μέση έναν βράχο ίσαμε ένα δωματιάκι. Ανεβαίνεις, κάθεσαι και λιώνεις στους μπάφους εεεεεεεεεεεεεε απολαμβάνεις ρε παιδί μου!
(Πωωω, μιλάμε πούλησα τρελή μαγκιά, ετσσι?? Το drum το άσπρο να πουμε το κανα μάυρο εγώ, yeyyy). Γιατί ΠΟΥ να καπνίσω μες στο σπίτι? Ποιός να πρωτοπάθει εγκεφαλικό? Ο πατηρ? Ο παππούς? Η γιαγιά? Ο ξάδερφος ο ματσο?
Τις προάλλες μάλιστα διάβασα το βιβλίο μου ή μελέτησα κάτι άριες. Αν με πουν τώρα αλλοπαρμένη στο χωριό...ΝΑ μου.
Μα το μεγαλύτερο ατού του χωριού είναι το ποτάμι. Και πάλι, το ποτάμι ΔΕΝ είναι ο Δούναβης. Και ΔΕΝ περνάει μέσα απ'το χωριό. Είναι όμως...
Αυτός ο μικρός καταρρακτούλης είναι η άκρη ενός αρκετά μεγαλύτερου, λίγο σκαρφάλωμα πιο πάνω.Όποιος μπάινει κάτω απ'τον μεγάλο καταρράκτη -καλά, μη φανταστείτε και της Εδέσσης-, ουρλιάζει, γιατί είναι σαν να σε βαραν με πέτρες, αλλά δε βγαίνει, γιατί ταυτόχρονα ξυπνάει και ο μαζοχισμός μέσα του. Είναι γλυκός ο καταρράκτης γαμώτο.
Σε αυτά τα ποτάμια, όταν ήμουνα μικρά, μας έπαιρνε ο πατέρας μου με τα ξαδέρφια μου, στήναμε σκηνές, κάναμε εξερεύνηση ή όπως αλλιώς λέγεται,κουβαλούσαμε και ένα φουσκωτό βαρκάκι για να νιώσουμε λίγο Ράμπο, και βουρ. Τρώγαμε τις προμήθειές μας μέσα σε μια μέρα, γιατί τόσο άντεχε το φορητό ψυγειάκι.
Πάντως όσες φορές μου πήρε τη μιτσούκο/μιγκάτο το ποτάμι, τα ξαδέρφια μου τρέχανε. Έχεις προσπαθήσει να προλάβεις το ρεύμα του ποταμιού?? Ξαδερφάκια μου...
Αυτά έκανα μικρή, τώρα κάνω ΑΥΤΟ:
επίδειξη μανό στις πέρκες. |
Και όταν σε έχει καταβάλει η αστουλίαση και βαριέσαι να πάρεις τον κώλο σου ως το ποτάμι, πας στην ΜΠΕΡΤΣΑ (εκ του buurp και tcha) και πίνεις και κάτι εκτός του φραπε.
Κάτω απ'τα πλατάνια:
Πάνω απ'τις πηγές:
Κι ανάμεσα απο καβούρια του γλυκού νερού:
Όλο το χωριό τροφοδοτείται απο το καφενείο-ολιγοπωλείο της Γιαννούλας (γιατί παντοπωλείο ΔΕΝ το λες). Αυτο το καφενείο έχει το άβατο για τις γυναίκες, οι οποίες μπαίνουν μόνο για να ψωνίσουν κάτι. Παλιά είχε ένα πακ-μαν κι ένα ποδοσφαιράκι και ξημεροβραδιαζόμαστε εκεί. Ααααχ! Τώρα, αποκλειστικά πρέφα. Έχει κι άλλο ένα καφενείο που είναι unisex και ππππαλεύεται (πολύ πάλη όμως) κι άλλο ένα της Ντίνας, όλα αυτά στη σειρά, έτσι!!
Αυτό το τελευταίο της Ντίνας ήταν παλιά καφενείο-ψιλικατζίδικο, αλλά απο τότε που το θυμάμαι δεν πατάει κανείς, με αποτέλεσμα όποιος έμπαινε στης Γιαννούλας να τον κατακερραυνώνει η Ντίνα με το βλέμμα. Μιλάμε ΝΤΖΖΖΖ ΝΤΖΖΖΖ, 20 χρόνια, δεν έχει βαρεθεί.
Αυτή η Γιαννούλα, γνωστή φραγκοφόνισσα, είχε 3 μερέντες στο ραφι της, πανάκριβες και μισοληγμένες, τις οποίες εγώ είχα μπανίσει και λιμπιστεί. Το είχα βάλει λοιπόν αμέτι-μουχαμέτι να φαω μερέντα. Αλλά δεν μπορούσα να την πάω σπίτι, γιατί θα μου τη βγάζανε ξινή οι γονείς μου (ήθελα να την τρώω με το κουτάλι ρε παιδί μου, κι αυτοί μου τη μετράγανε με το σταγονόμετρο!).
Καταστρώνουμε σχέδιο με τα ξαδέρφια. Σουφρώνει ένας κουταλάκια, πάει ο άλλος να αγοράσει τη μερέντα, κι οι υπόλοιποι ταμπουρωθήκαμε στο αρχηγείο, το παλιό σπίτι!! Ένα πετρόχτιστο σπίτι με ξύλινους τοίχους και πατώματα, εντελώς ετοιμόρροπο και επικίνδυνο, μούρλια!!!
Την κακομοίρα που κάθεται στα σκαλιά δεν την ξέρω. |
Μέσα είχαν ξεμείνει έπιπλα απο νοικοκυριό του '50, χτένια που ξέναν το μαλλί, ξύλινο τραπέζι, όλα μες στην αράχνη, σκέτο στοίχειωμα, ΤΡΕΛΑ ΣΑΣ ΛΕΩ!
Με το που έφτανε η μερέντα στο σπίτι, την περιλαμβάναμε με τα κουταλάκια και ζούσε-δε ζούσε 3 λεπτά.
Περιττό να πω οτι μετά τις 3 εκείνες μερέντες, η Γιαννούλα η φραγκοφόνισσα δεν ξανάφερε άλλες!!
Στο κατώι του παλιού σπιτιού ήταν ο σταύλος όπου φυλάγαμε τη φοράδα μας, την Ντοριά (Ντορής ήταν το όνομα για όλα τα καφέ άλογα). Στα σκαλιά που κάθεται η κακομοίρα πατάγαμε για να την καβαλήσουμε. Την Ντοριά.
Δεν έχω φωτογραφίες της φοραδίτσας μας, μόνο ένα βίντεο όπου είμαι 8 χρονών, οδηγώ εγώ το άλογο απο τα γκέμια και το καβαλικεύει ο ξάδερφούλης μου. Αφήνω εγώ την Ντοριά τη ΧΟΝΤΡΗ να πα να φάει κάτω απο ένα δέντρο, χτυπάν οι κλάρες τον ξάδερφο καταπρόσωπο και τον ρίχνουν κάτω με το κεφάλι. Το στιγμιότυπο είναι και γαμώ γιατί μας τραβάει ο πατέρας όλο καμάρι με την κάμερα και μετά ακολουθεί ο πανικός, η κάμερα ανοιχτή τραβάει το δρόμο καθώς τρέχει να τον πιάσει, ακούγονται ΟΟΟΛΑ τα κλαψουρίσματα και ναι, για κάτι τέτοια αξίζει να χεις άλογο!
Η Ντοριά πέθανε σε ηλικία 20κάτι χρονών...Δηλαδή είχε φτάσει σε βαθιά γεράματα, όταν ο παππούς την ΄δωσε σε κάτι γύφτους γιατί φοβόταν πως όταν πέθαινε δεν θα ξερε τι να κάνει το τεράστιο κουφάρι της. Δε θέλω να ξέρω τι την κάναν οι γύφτοι, πάντως η γιαγιά μου είχε στεναχωρηθεί πολύ. Κι εγώ έγινα πιο ρατσίστρια με τους γύφτους
Στο καλό, τι τα θυμήθηκα! Εν τάχει, γιατί δουλεύω αύριο, εγω εκκλησία μόνο τότε στο χωριό πάω, γι'αυτό και κοντέυω να γίνω αντίχριστή.
Δεν θέλετε να ακούσετε πως ψέλνουν οι ψάλτες εκεί! Τα δε δυναμιτάκια! Σκέτο ξεκούφαμα και κρίση άσθματος, αφου τα σκαν στα 2 μέτρα, αλλά βασικά είναι η φαλλική προέκταση των νεαρών, για να εντυπωσιάσουν τις δεσποσύνες. Τις 15χρονες απο την πόλη, αλλά χωριάτισες στην ψυχη (ωωω!!), που σκαρφίζονται χίλια-δυο για να ΜΗ φορέσουν στην εκκλησιά και να κάνουν την πασαρέλλα τους. Επίσης τγε πασέ το θέμα, μη με εξοβελίζετε (δεν ξέρω τι σημαίνει, έτσι το πα, για μια εσανς σοφιστικέ).
Να κλείσω με λίγη φύση ακόμα και μια παρέα απο γάτες, σαν κι αυτές που μας φόλιασε Ο ΓΕΙΤΟΝΑΣ!! ΠΟΥ ΝΑΙ ΚΑΙ ΠΑΠΑΣ!! Και το πιο περίεργο, όταν είμαι στο χωριό, ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΜΕ ΠΕΙΡΑΞΕΙ ένα τέτοιο περιστατικό, πραγματικά, δε γίνεται! Είναι τόσο...αναμενόμενο!
Καγκουριά, φύση και η σημαία του Ολυμπιακού. |
little house on the prairie, τέλειο για μπαφΕΕΕΕΕΕ.... |
Ααα!! Το στοιχειωμένο δέντρο! Στο δρόμο προς το νεκροταφείο! Το κόψανε... |
Γάτοι - κοκκόροι, μια παρέα γινήκαν ούλοι |
Μαφία γατιών πριν βγάλει τους σουγιάδες. |
ΝΑ ΣΤΕ ΚΑΛΑ ΑΚΡΟΑΤΕΣ ΜΟΥ, ΘΑ ΤΑ ΠΟΥΜΕ ΠΑΛΙ ΤΟ ΕΡΧΟΜΕΝΟ ΖΑΜΑΝΙ ΠΟΥ ΘΑ ΒΡΩ ΧΡΟΝΟ, ΑΝΤΙΟ ΣΑΣΣ, ΓΕΙΑ ΣΑΣΣ, ΓΕΙΑ ΣΑΣΣ, ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΣΑΣΣ